ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ *

Οι πρώτες σχέσεις ανάμεσα στην ελληνική και την ιταλική ποίηση αρχίζουν ήδη κατά την αρχαιότητα. Όπως είναι γνωστό, η παρουσία της αρχαίας ελληνικής ποίησης στη λατινική ποίηση είναι πάρα πολύ έντονη. Με επιγραμματικό τρόπο ο Οράτιος έγραψε:

Η κατακτηθείσα Ελλάδα κατέκτησε τον νικητή και τις τέχνες εισήγαγε στο άξεστο Λάτιο.

Η αλήθεια είναι ότι κατά την αρχαιότητα, όταν η Ελλάδα ήταν πλούσια, η ελληνική λογοτεχνία υνέβαλε στην ανάπτυξη των γειτόνων της, ή καλύτερα, οι γείτονες απορρόφησαν στοιχεία από την ελληνική. Όταν η Ελλάδα δεν ήταν πλέον πλούσια αλλά φτωχή και σκλαβωμένη, δανειζόταν από την ιταλική λογοτεχνία.

Στην μελέτη μου αυτή για τις σχέσεις της ποίησης στις δύο χώρες θα αναφερθώ με χρονολογική σειρά στα πιο σημαντικά έργα.

Ένας από τους γνωστότερους Ιταλούς ποιητές που είχε εκφράσει συμπάθεια για τη δυστυχία της Ελλάδας μετά την πτώση της Πόλης υπήρξε ο Λουντοβίκο Αριόστο (1474-1533). Στη δεύτερη από τις Σάτιρές του, που τυπώθηκε το 1534, ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, ο Αριόστο έγραφε:

Che fia s’avrà la cattedra beata?
Tosto vorrà li figli o li nepoti
Levar da la civil vita privata.
Non penserà d’Achivi o d’Epiroti
Dar lor dominio; non avra disegno
In l’Arta o in Morea farli despoti;
Non cacciarne Ottoman, per dar lor regno,
Ove da tutta Europa avria soccorso,
E faria del suo ufficio ufficio degno.
(ii,208-216)

1. Ο πετραρχισμός στην Κύπρο

Μια πρώτη παρουσία του πετραρχισμού στην Ελλάδα εμφανίσθηκε στη βενετοκρατούμενη Κύπρο, πριν το νησί πέσει στα χέρια των Τούρκων το 1571. Ο Ιταλός καθηγητής Μπρούνο Λαβανίνι γράφει στο βιβλίο του Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: «Η σκιά του λέοντα του Αγίου Μάρκου αγρυπνούσε ακόμα πάνω στο νησί, όταν έφτασαν από την Ιταλία  οι πρώτες πετραρχικές ανθολογίες. Τα λυρικά αυτά ποιήματα, γλυκύτατα ελεγειακά, διαποτισμένα από φωτεινές εικόνες, κύμα δακρύων μελωδικό στο οποίο η φύση, έμψυχη και άψυχη, καθρεφτίζει εκείνη την  σκλαβιά χωρίς ελπίδες σε μια γυναίκα ωραία και σκληρή, εκείνη την πίστη πέρα από τον θάνατο,  συναντιούνται ίσως στην Κύπρο με κάποια επιζώσα φλέβα συνηθειών και ιδεωδών ιπποτικών, και έναν ευγενή που γνωρίζει καλά τις δύο γλώσσες και του αρέσει να μεταφράζει ή να παραφράζει μια πλήρη συλλογή ποιημάτων.

Η συλλογή αυτή βρέθηκε στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη το 1873 από τον Κωνσταντίνο Σάθα σε χειρόγραφο του 16ου αιώνα (όχι το γνήσιο αλλά αντίγραφο, από ό,τι φαίνεται) και ανήκε στον ελληνιστή Νατάλε Κόντι  (1520-1581). Το χειρόγραφο περιέχει 156 ποιήματα  που αναγνωρίστηκαν ως ποιητικές μεταφράσεις ποιημάτων του Πετράρχη ή των μιμητών του, του Μπέμπο, του Σανατζάρο και άλλων. Στα ποιήματα αυτά ο άγνωστος πετραρχικός Κύπριος ποιητής με στίχους ενδεκασύλλαβους (σονέτα, οχτάβες εξάστιχα) έχει αποτίσει τον πρώτο νεοελληνικό φόρο τιμής στην ποίηση του Πετράρχη.» Ένα παράδειγμα:

Όταν σε κείνη την μεριάν γυρίσω
όπου το δει σου το γλυκόν γλαμπρίζει
τόσον το φως σου μες στον νουν μου ’γγίζει
που μ’ άφτει, και δεν σώνω πγειον να ζήσω…
Το ιταλικό κείμενο του Πετράρχη είναι το ακόλουθο:

Quand’io son tutto volto in quella parte
ove il bel viso di Madonna luce
e m’è rimasta nel pensier la luce
che m’arde e strugge dentro a parte…

2. Δημοτικά τραγούδια της Ρόδου

Το νησί της Ρόδου χαρακτηρίζεται από την πλούσια παραγωγή δημοτικής ποίησης. Το 1879 ο Γερμανός φιλόλογος Βίλχελμ Βάγκνερ δημοσίευσε στη Λειψία έναν κώδικα του 15ου αιώνα που απόκειται στη Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου, και ο οποίος περιέχει μια συλλογή δημοτικών τραγουδιών με τίτλο Η αλφάβητος της Αγάπης. Τρία χρόνια αργότερα, το 1882, ο Βίτο Β. Παλούμπο μετέφρασε στα ιταλικά αυτή τη συλλογή από το νησί των ιπποτών. Παράδειγμα:

Omaggio della bella
S’io sapessi quand’esci e dove vai,
o signora, con le altre damigelle,
di meli e aranci la via che farai
piantar vorrei, di lauri e di mortelle;
cedri e roseti vi vorrei piantare,
perché dal sol t’avessi a riparare.
E là dove tu passi, ove tu déi
posare il piè, per tutto seminare,
né, – l’avresti a saper – muschio vorrei;
ché tutto intorno fosse un olezzare;
e di una bella giovinezza il fiore
non offendesse il sol co’ il suo splendore.3

Ο Λαβανίνι γράφει σχετικά: “Για τη φρεσκάδα της έμπνευσης και τη χάρη  της φαντασίας  θυμούμαστε τις σατιρο-ερωτικές ποιητικές συνθέσεις και τα μαντριγκάλια της δικής μας δημοτικής ποίησης.”

3. Η κρητική λογοτεχνία

Η επίδραση της ιταλικής λογοτεχνίας είναι περισσότερο φανερή στην κρητική λογοτεχνία που άνθισε κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα  και που, όπως και η λογοτεχνία της Κύπρου, διακόπηκε απότομα το 1669, εξαιτίας της πτώσης του νησιού στα χέρια των Τούρκων. Τα πιο περίφημα έργα της κρητικής λογοτεχνίας που έχουν ιταλική επίδραση είναι τα ακόλουθα:

  1. Η εύμορφη βοσκοπούλα, ποιμενικό ειδύλλιο που αποτελείται από 498 ενδεκασύλλαβους στίχους με
  2. ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία που φαίνεται ότι ακολουθεί το πνεύμα και την έκφραση του ύφους
  3. του ιταλικού ποιμενικού δράματος. Το έργο αυτό ήταν πολύ δημοφιλές όχι μόνο στην Κρήτη
  4. αλλά και στα νησιά του Αιγαίου. Στη Χίο, λόγου χάρη, ζούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα που το
  5. ήξερε ολόκληρο το ποίημα απέξω. Τόσο ο ποιητής όσο και ο χρόνος της σύνθεσής του είναι άγνωστοι.
  6. Τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1627 στη Βενετία και ξανατυπώθηκε πολλές φορές.

Οι πρώτοι στίχοι του μοιάζουν με τους πρώτους στίχους ενός τραγουδιού του Γκουίντο Καβαλκάντι, ποιητή σύγχρονου και φίλου του Ντάντε. Το ποίημα του Καβαλκάντι αρχίζει:

In un boschetto trova’ pasturella
più che la stella –bella al mi parere.
Capelli aveva biondetti e ricciutelli
e gli occhi pien d’amor, cera rosata;
con sua verghetta pasturav’ agnelli,
e scalza di rugiada era bagnata;
cantava come fosse ’nnamorata;
er’ adornata –di tutto piacere.

Το ελληνικό κείμενο έχει ως εξής:

Σ’ μεγάλην εξοριά, σ’ ένα λαγκάδι,
μιαν ταχινήν επήγα στο κουράδι,
σε δέντρη, σε λιβάδια, σε ποτάμια,
σε δροσερά και τρυφερά καλάμια.
Μέσα στα δέντρη εκείνα τ’ ανθισμένα,
που βόσκαν τα λαφάκια τα καημένα,
στη γη τη δροσερή, στα χορταράκια,
που γλυκοκελαδούσαν τα πουλάκια,
πανώρια λυγερή, πανώρια κόρη,
ωσάν καλή καρδιά, κι ωραία στα θώρη,
έβλεπε κάποια πρόβατα δικά τση
κι έλαμπε σαν τον ήλιον η ομορφιά τση.
Ξαθά ’σαν τα μαλλιά τής κεφαλής της,
κι η φορεσιά που φόραε ήτον άσπρη,
κι έλαμπε σαν τον ουρανό με τ’ άστρη.
Στρέφομαι και θωρώ την μες στα μάτια
κι εράγην η καρδιά μου τρία κομμάτια.

  1. Εδώ ο κρητικός ποιητής δεν έχει απλώς μιμηθεί το πρότυπό του, αλλά το ανακατασκεύασε δημιουργικά.
  2. Η Πανώρια ακολουθεί το πρότυπο των πολυάριθμων ποιμενικών τραγικωμωδιών της Αναγέννησης, ειδικότερα  την Calisto του Λουίτζι Γκρόττο. Εδώ έχουμε μια αξιοσημείωτη διαφορά : τα ιταλικά έργα της εποχής αυτής βασίζονται στην κλασική μυθολογία όπως αυτή παρουσιάζεται στις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου, ενώ τα πρόσωπα στην ελληνική λογοτεχνία της περιόδου αυτής είναι σύγχρονα με τον ποιητή.
  3. Ερωφίλη. Το πιο σημαντικό έργο του κρητικού θεάτρου είναι η Ερωφίλη. Η τραγωδία αυτή είναι μια επεξεργασία της τραγωδίας Orbecche του Τζιαν Μπαττίστα Τζιράλντι (1501-73). Για το έργο αυτό ο Λαβανίνι έγραψε: «Όπως η Orbecche, έτσι και η Ερωφίλη είναι μια αιματηρή τραγωδία, κατάστικτη με θανάτους.» Ποιητής της Ερωφίλης είναι ο Γεώργιος Χορτάτζης. Το έργο τυπώθηκε στη Βενετία το 1637, δέκα χρόνια μετά τη δημοσίευση της Βοσκοπούλας. Ξέρουμε ότι η Ερωφίλη παραστάθηκε στο Ηράκλειο πολλές φορές νωρίτερα Τα ιντερμέτζα, που σημειωτέον ότι δεν έχουν καμία σχέση με την τραγωδία, είναι επεισόδια  του Ρινάλντο και της Αρμίντα από την Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ του Τουρκουάτο Τάσσο.
  4. Η θυσία του Αβραάμ. Ο άγνωστος ποιητής βρίσκεται κοντά στο κείμενο της τραγωδίας Ισαάκ του Λουίτζι Γκρόττο (Βενετία 1856). Πολλοί μελετητές πιστεύουν ότι η Θυσία ίσως είναι έργο του Βιτσέντσου Κορνάρου του ποιητή του Ερωτόκριτου. Ο κρητικός ποιητής αποδεικνύεται γνήσιος ποιητής, παρ’ όλη την εξάρτηση. Η Θυσία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1696, αλλά η πρώτη έκδοση χάθηκε. Υπάρχει όμως μία έκδοση του 1713 που τυπώθηκε στη Βενετία και πολλές φορές αργότερα.
  5. Ο Ερωτόκριτος είναι το πιο αντιπροσωπευτικό έργο της κρητικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για μία ερωτική ιστορία των τελευταίων ετών της βενετικής κυριαρχίας στο  νησί. Ο ποιητής του κρητικού ποιήματος είναι ο Βιντσέντσος Κορνάρος, απόγονος μιας εξελληνισμένης βενετικής οικογένειας που είχε εγκατασταθεί στην Κρήτη πριν από πολλά χρόνια. Ο Κορνάρος γνώριζε τα έργα του Αριόστο και του Τάσσο αλλά δεν δείχνει σημάδια μίμησης δουλικού χαρακτήρα. Μόνο μερικά επεισόδια έχουν ληφθεί από τον Τάσσο. Η πρώτη έκδοση τυπώθηκε το 1713.
  6. Ο βασιλεύς Ροδολίνος γράφηκε από τον Ιωάννη Ανδρέα Τρωίλο από το Ρέθυμνο. Η τραγωδία αυτή τυπώθηκε στη Βενετία του 1647 και ακολουθεί το πρότυπο του Βασιλιά Τορρισμόντο (1587) του Τορκουάτο Τάσσο.
  7. Ο Ζήνων, αγνώστου συγγραφέα, είναι μίμηση της ομώνυμης τραγωδίας του Άγγλου Ιησουίτη

Joseph Simon, που είχε μεταφρασθεί από τα Λατινικά και τυπώθηκε στη Ρώμη το 1684. Εδώ αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε  τη γνώμη της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου του Παλέρμο Ρενάτας Λαβανίνι η οποία έχει γράψει σχετικά: «Η λογοτεχνία που παράγεται στην βενετσιάνικη Κρήτη είναι πλέρια ελληνική, ακόμα κι αν τρέφεται από τα πρότυπα και από την ιταλική ατμόσφαιρα».4

4. Ελληνικές μεταφράσεις

Ένα από τα πρώτα ιταλικά ποιητικά έργα που μεταφράστηκαν στα ελληνικά είναι το ποιμενικό δράμα του Τζιοβάννι Μπαττίστα Γκουαρίνι Ο πιστός βοσκός. Το έργο αυτό μεταφράστηκε από τον Ζακυνθινό Μιχαήλ Σουμάκη το 1658.

Ο μεγάλος πρωτομάρτυρας της ελληνικής ελευθερίας, ο Ρήγας Φεραίος ή Βελεστινλής, δημοσίευσε στη Βιέννη το 1797 μετάφραση του έργου Ολύμπια του Μεταστάσιου. Μετάφραση της Ελευθερωμένης Ιερουσαλήμ του Τουρκουάτο Τάσσο έγινε  από τον Ζακυνθινό Δημήτριο Γουζέλη και τυπώθηκε στη Βενετία το 1807.5

Ο Κεφαλλονίτης Πέτρος Κατσαϊτης μιμήθηκε την τραγωδία Ιφιγένεια και Θυέστις του Λουντοβίκο Ντόλτσε. Ο Αγαμέμνων του Αλφιέρι μεταφράστηκε από τον Πλάτωνα Πετρίδη στην Κέρκυρα το 1826 και ακολουθήθηκε από μια άλλη μετάφραση από τον Ιωάννη Πετριτσόπουλο.

O εθνικός ποιητής της Ελλάδας Διονύσιος Σολωμός (1798-1857), ο οποίος σπούδασε Νομικά στην Παβία, αποδίδοντας φόρο τιμής στον ιταλικό πολιτισμό, στο τέλος του ποιήματός του La navicella greca (Το ελληνικό καραβάκι) γράφει ότι στην Ιταλία πήγα βάρβαρος και τέτοιος δεν είμαι: ove barbaro giunsi e tal non sono. Ο Σολωμός μετέφρασε μία ωδή του Αριόστο και δύο τραγούδια του Πετράρχη. Ανάμεσα στα ποιήματα που ο Σολωμός έγραψε στα ιταλικά υπάρχει ένα για τον Ντάντε, ένα για τον Πετράρχη και ένα για τον Φόσκολο. Ο Διάλογός του για την ελληνική γλώσσα  θεωρείται ό,τι είναι το έργο του Δάντη  De vulgari eloquentia. Επίσης ο σύγχρονός του ποιητής Ανδρέας Κάλβος γραμματέας και φίλος του Ούγκο Φόσκολο, είχε ιταλική μόρφωση. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ε. Κριαράς έχει γράψει μια μελέτη για την επίδραση του Φόσκολο στον Κάλβο.6

Ο Ιούλιος Τυπάλδος (1814-83), γεννήθηκε στην Κεφαλονιά από μητέρα Ιταλίδα., την κοντέσα από τη Βερόνα Τερέζα Ριγκέττι, σπούδασε Νομικά στην Ιταλία και επέστρεψε στην Κέρκυρα όπου υπηρέτησε ως δικαστής φθάνοντας στον ανώτατο βαθμό της ιεραρχίας. Ο Τυπάλδος μετέφρασε έμμετρα την Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ του Τάσσο.

Ένας άλλος Επτανήσιος λόγιος  είναι ο Γεώργιος Τερτσέτης δικαστής και εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής, του οποίου η γνώση της ιταλικής γλώσσας  αποδείχτηκε από τη συγγραφή στην ιταλική γλώσσα μιας τραγωδίας με θέμα τον Σωκράτη. Επίσης και ο Ανδρέας Λασκαράτος σπούδασε Νομικά στην Πίζα και όταν επέστρεψε  στην πατρίδα άσκησε για λίγο το επάγγελμα του δικηγόρου. Το ποίημά του «Το Ληξούρι στα 1836»,  αναφέρει ο Λαβανίνι, το εμπνεύστηκε με την επίδραση του Τάσσει. Ο ποιητής περιγράφει τη γενέθλια πόλη του Ληξούρι που είχε διαιρεθεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα σχετικά με την κατασκευή του  λιμενοβραχίονα.

Το 1857 ο Επτανήσιος ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης μετέφρασε το 30ο άσμα της Θείας Κωμωδίας.

5. Ιταλικές μεταφράσεις

Χάρη σε μια μελέτη που γράφηκε από την Κατερίνα Καρπινάτρο, ξέρουμε τώρα ότι «Για τις μεταφράσεις νεοελληνικών έργων στην Ιταλία κατά τον 19ο αιώνα υπάρχουν βιβλιογραφικές αναφορές με την επιμέλεια της Λάουρα Ολιβέτι (1900-72), της Ινές ντι Σάλβο (1970-75 και 1976-80), της Αμαλίας Κολόνα (1945-94) και της Ερασμίας Σταυροπούλου που το 1986 δημοσίευσε πίνακα των μεταφράσεων ελληνικών έργων σε διάφορες ξένες γλώσσες. Ένα πανόραμα της τύχης της νεοελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία δημοσιεύθηκε από τον Μάσσιμο Πέρι στο περιοδικό Il Veltro.

6. Ιταλοί συγγραφείς στην Ελλάδα

Τουλάχιστο τρεις περίφημοι Ιταλοί συγγραφείς γεννήθηκαν σε ελληνική γη: Ο Ούγκο Φόσκολο, ο Αρτούρο Γκραφ και η Ματίλντε Σεράο. Λέγεται ότι και ο Ντ’ Αννούντσιο γεννήθηκε σε πλοίο στην Αδριατική.

Όπως είναι γνωστό, η μητέρα του διάσημου ποιητή Ούγκο Φόσκολο ήταν Ελληνίδα. Ονομαζόταν Διαμαντίνα Σπαθή. Το ποίημα «Οι τάφοι» του Φόσκολο μεταφράστηκε από μια δωδεκάδα ελλήνων μεταφραστών μεταξύ των οποίων είναι ο Γ. Κάλλος (1841) ο Αντώνιος Μάνεσης (1872), ο Ναθαναήλ Ιωάννης Δομενεγίνης (1888), ο Π. Κοκκόλης (1889), ο Φρειδερίκος Καρρέρ (1890), ο Γεώργιος Καλοσγούρος (1898), ο Λορέντσος Μαβίλης (1899, μόνο 50 στίχους), ο Δ. Δάσσης (1923). Η ωραιότερη και η πιο πιστή μετάφραση είναι εκείνη του Γ. Καλοσγούρου, ο οποίος μετέφρασε επίσης και την Κόλαση του Δάντη.

Ο Αρτούρο Γκραφ γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας του ήταν υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας. Έζησε κάτω από την Ακρόπολη των Αθηνών μέχρι την ηλικία των 15 ετών. Τις αναμνήσεις του από τη νεότητά του τις βρίσκουμε σε ένα σονέτο του που μεταφράσθηκε από τον Κωστή Παλαμά, τον εθνικό μας βάρδο. Το σονέτο αρχίζει:

Με γέννησε μια χώρα στην Ανατολή∙
μ’ ένα μαρμαροβούνι γειτονεύει,
το ζαφειρένιο Αιγαίο το ξαγναντεύει
τετράπλατο απλωμένο να φεγγοβολεί.

Και καταληγει:

Η χώρα, που το φως πρωτόειδα, είναι γεννήτρα
σοφών, ποιητών, ηρώων∙ Αθήνα τ’ όνομά της.

Η συγγραφέας Ματίλντε Σεράο γεννήθηκε στην Πάτρα. Το διώροφο σπίτι όπου είδε το φως (Οδός Κορίνθου 241) διατηρείται ακόμα ανάμεσα σε τερατώδη μοντέρνα κτίρια. Στην πρόσοψη υπάρχει η επιγραφή στα ελληνικά: «Εδώ γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1856 η Ματίλντε Σεράο, Ιταλίδα συγγραφεύς». Στο ίδιο σπίτι γεννήθηκε και ο Παλαμάς τρία χρόνια αργότερα.

Από τις περιπτώσεις των Ιταλών συγγραφέων που συνδέονται με την Ελλάδα τυπική είναι η περίπτωση του ποιητή Τζιοβάννι Μπερσέ (Bercher), που έχει επονομασθεί  “Τυρταίος της Ιταλίας”, και ο οποίος στα έργα του Ρομάντσα και φαντασίες τραγούδησε με πάθος την αντίδρασή του εναντίον των τυράννων και των καταπιεστών των εθνικών ελευθεριών, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και στην Ελλάδα, όπως λόγου χάρη, στο ποίημά του Οι πρόσφυγες της Πάργας, που γράφτηκε το 1821 με την ευκαιρία της Επανάστασης για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους.

Η αγάπη του Γκαμπριέλε Ντ’ Αννούντσιο για την αρχαία Ελλάδα είναι φανερή στην πρώτη συλλογή ποιημάτων του με τίτλο Primo Vere, που δημοσιεύθηκε όταν ήταν 16 ετών. Η συλλογή αυτή αποτελεί ύμνο  στις μορφές του Ομήρου, του Αλκαίου, της Σαπφούς, του Βάκχου και της ακτής της Ιωνίας. Ο Ντ’ Αννούντσιο παραγματοποίησε δύο ταξίδια στην Ελλάδα, το πρώτο τον Αύγουστο του 1895, με την  θαλαμηγό του φίλου του Εντουάρντο Σκαρφόλιο (διευθυντή της εφημερίδας Ιl Mattino της Νάπολης και συζύγου τής συγγραφέα Ματίλντε Σεράο) και το δεύτερο τον τον Γενάρη του 1898. Αλλά ο Ιταλός ποιητής και δραματουργός ενδιαφερόταν περισσότερο για την αρχαία Ελλάδα παρά για τη σύγχρονή του. Η επίσκεψή στις Μυκήνες ενέπνευσε στον ποιητή να γράψει τη Νεκρή πόλη. Όπως έγραψε ο καθηγητής Λαβανίνι, ο Ντ’ Αννούντσιο είχε διαβάσει μεταφράσεις ελληνικών έργων στα ιταλικά που είχε κάνει ο Νικολό Τομμαζέο το 1842, από τις οποίες χρησιμοποίησε στοιχεία στα έργα του Φραντσέσκα ντα Ρίμινι (1902) Έπαινος ζωής (1903) Παριζίνα (1912) και στην τραγωδία του Πλοίο (1907).

Στο δεύτερο ταξίδι του ο Ντ’ Αννούντσιο συνοδευόταν από την περίφημη ηθοποιό και φίλη του Ελεονόρα Ντούζε, για την οποία ο ποιητής είχε γράψει ειδικά δράματα. Κατά την επιστροφή του από την Αλεξάνδρεια και το Κάιρο ο Ντ’ Αννούντσιο σταμάτησε στην Αθήνα, όπου στις 24 Γενάρη 1899, μίλησε στη φιλολογική  αίθουσα «Παρνασσός», απαγγέλλοντας την «Προσευχή στους Αθηναίους» με αναφορές ιδιαίτερα στη δόξα της αρχαίας Ελλάδας και του πολιτισμού της. Η Ντούζε πρωταγωνίστησε στη σάλα του «Παρνασσού», στο δράμα του Όνειρο ανοιξιάτικης αυγής .

Ο ποιητής, μελετητής και μεταφραστής Κώστας Καιροφύλας έγραψε πώς γνώρισε προσωπικά τον Ντ’Αννούντσιο. Ο Καιροφύλας ήταν φοιτητής στην Αθήνα, όταν μίλησε ο Ντ’ Αννούντσιο στον «Παρνασσό». Ύστερα από λίγα χρόνια ο Καιροφύλας τον επισκέφθηκε στο ξενοδοχείο «Ρετζίνα» στη Ρώμη για να του δώσει ένα αντίτυπο της μετάφρασης στα ελληνικά της ποιητικής συλλογής Ροδοδάφνη. Όπως γράφει ο Καιροφύλας, « Εκείνο κυρίως που μού έκαμε ξεχωριστή εντύπωση από την πρώτη στιγμή στον κοντό και φαλακρό αυτό άνδρα ήσαν τα μάτια του, δυο φλόγες αεικίνητες, που σκλάβωναν αμέσως,. Όταν άρχισε να μιλεί, τότε κατάλαβα το μυστικό της γοητείας του, που κατακτούσε όσους τον πλησίαζαν.  Μια μουσική γλυκολαλιά έντυνε βαθιές σκέψεις  με την ωραία φωνή του. Ήταν ποιητής ακόμα κι όταν μιλούσε. Κι όσο έμεινα σιμά του, νόμιζα πως τον άκουγα ν’ απαγγέλλει ποίημα.. Άλλωστε αληθινό νοσταλγικό ποίημα ήσαν τα λόγια του. »Μου μίλησε για τις δυο επισκέψεις του στην Ελλάδα και ιδίως για την τελευταία, που του έμεινε αλησμόνητη από τις τιμές που του έγιναν. Μού είπε ότι, φεύγοντας, σχεδίαζε να γυρίσει τον επόμενο

χρόνο και να μείνει κάμποσο καιρό για ν’ αναπαυθεί στην «ωραία Ζάκυνθο» που είχε γνωρίσει από παιδί μέσα από τα ποιήματα του Φωσκόλου. Το σχέδιό του αυτό ήταν παλιό, γιατί το ξεμυστηριεύεται και στην τραγωδία του «Η νεκρή πόλη». Αλλά περιπέτειες της ζωής τον τράβηξαν στη Γαλλία, όπου πέρασε  αρκετά χρόνια.

»Κατάλαβα ότι, ενώ μου μιλούσε, ξαναγύριζε με τα μάτια  της ψυχής του στα μακρινά αλλ’ αλησμόνητα  ελληνικά τοπία, στα ελληνικά μνημεία κι ότι τη στιγμή εκείνη πρόβαινε μπροστά του σαν όραμα  ο Παρθενώνας· γιατί, όταν σηκώθηκα να φύγω, μού είπε:

«Ανάμεσα από τα πιο αγαπημένα κειμήλιά μου κρατώ ένα πολύτιμο ενθύμιο, ένα κλαδί ελιάς, που ένα ηλιοφώτιστο απόγευμα έκοψα από την ιερή ελιά της Ακρόπολης, χαιρετώντας με αυτοσχέδιους στίχους τον ιερό βράχο της Παλλάδος, από τον οποίο ξεχύθηκε στον κόσμο το θείο φως της τέχνης.»

Το 1938 ο Καιροφύλας έδωσε διάλεξη για τον Ντ’ Αννούντσιο στον «Παρνασσό», όταν η είδηση του θανάτου του ποιητή έφτασε στην Αθήνα.   Η Πιζανέλλα του Ντ’ Αννούντσιο, που παραστάθηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1913, όπως έχει υπογραμμίσει ο Λαβανίνι, έχει για πηγή της, προ πάντων η δεύτερη και τρίτη πράξη, το Χρονικό της γλυκείας χώρας Κύπρου του Λεοντίου Μαχαιρά. Σε ένα επεισόδιο του χρονικού αυτού και από το δημοτικό τραγούδι της Αροδαφνούσας, ο Ντ’ Αννούντσιο βάσισε την δική του Πιζανέλλα. Ο Ντ’ Αννούντσιο διάβασε το χρονικό σε γαλλική μετάφραση και το τραγούδι της Αροδαφνούσας στη μετάφραση του Τομμαζέο, ενώ έγραφε το

Canzone d’Oltremare (1911-12), και λίγο αργότερα, όταν έγραφε  τα Ρόδα της Κύπρου, που ήταν η πρώτη του γνωριμία με το θέμα της Πιζανέλλα.

Την ίδια περίπου εποχή με την επίσκεψη του Ντ’ Αννούντσιο στην Ελλάδα, ένας σημαντικός Έλληνας ποιητής,ο Κωνσταντίνος Καβάφης, εμπνευσμένος από τη λατινική φιλολογία, έγραψε ένα χαριτωμένο σονέτο με τίτλο  «Ο Οράτιος εν Αθήναις», που πρωτοδημοσιεύτηκε στην Ανθολογία του Ταγκόπουλου το 1899. Είναι κρίμα που  το ποίημα αυτό δεν βρίσκεται στις πολύ ωραίες μεταφράσεις ποιημάτων του Καβάφη που έκανε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, Φιλίππο Μαρία Ποντάνι. Το σονέτο:

Εις της εταίρας Λέας το δωμάτιον,
όπου κομψότης, πλούτος, κλίνη απαλή,
νέος με ιάσμας εις τας χείρας ομιλεί,
κοσμούσι τους δακτύλους του λίθοι πολλοί.

Κι’ εκ συρικού λευκού φορεί ιμάτιον
με ανατολικά κεντήματα ερυθρά.
Η γλώσσα του είν’ αττική και καθαρά,
αλλ’ ελαφρός τις τόνος εν τη προφορά.
.
Τον Τίβεριν προδίδει και το Λάτιον·
ο νέος την αγάπην του ομολογεί
κι η Αθηναία τον ακούει εν σιγή.

Τον εύγλωττόν της εραστήν Οράτιον·
κι έκθαμβος βλέπει νέους κόσμους του Καλού
εντός του πάθους του μεγάλου Ιταλού.

Για την παρουσία των περιφημότερων Ιταλών συγγραφέων στο έργο του Παλαμά, εξαντλητική είναι η πρόσφατη μελέτη του Γεράσιμου Γ. Ζώρα «Ιταλοί λογοτέχνες στο έργο του Παλαμά» Αθήνα 2003, όπου γίνεται διεξοδικός λόγος για τους παρακάτω είκοσι: Ντάντε, Πετράρχη, Βοκκάκιο, Αριόστο, Μπουόναρότι, Τάσσο, Αλφιέρι, Φόσκολο, Μαντζόνι, Λεοπάρντι, Καρντούτσι, Βέργκα, Γκουερρίνι, Πάσκολι, Σεράο, Ντ’ Αννούντσιο, Πιραντέλλο, Μαρινέττι, Παπίνι.

7. Ανθολογίες της ιταλικής ποίησης μεταφρασμένης στα ελληνικά

Όπως είπαμε, όταν αγγέλθηκε ο θάνατος του Ντ’ Αννούντσιο, ο Κώστας Καιροφύλας έδωσε διάλεξη στον «Παρνασσό» με θέμα «Ο Ντ’ Αννούντσιο και το ελληνικό πνεύμα». Μετά από λίγα χρόνια, στην ανθολογία του Ιταλοί ποιηταί, που εκδόθηκε από τον Σιδέρη στην Αθήνα το 1943, στις 206 σελίδες της ο Καιροφύλας παρουσίασε μεταφράσεις πέντε ποιημάτων του Ντ’ Αννούντσιο από τη συλλογή Αλκυόνη (τα Ύμνος στην Αθηνά, Ο νόθος, Ανάμνηση, Η Ροδοδάφνη, Σεΰντα).  Η ίδια ανθολογία περιλαμβάνει άλλους πέντε Ιταλούς ποιητές: τον Καρντούτσι, τον Πάσκολι, τον Γκραφ, την Άντα Νέγκρι και τον Στεκέττι. Αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε τους τίτλους των μεταφρασμένων ποιημάτων:

Ο Τζοσουέ Καρντούτσι αντιπροσωπεύεται με μεταφράσεις πέντε ποιημάτων με τους τίτλους: «Προμηθέας», «Αλέξανδρος», «Λήθη», «Έρως» και «Χάρος»,

Ο Τζιοβάννι Πάσκολι με αποσπάσματα των ποιημάτων «Ο γυρισμός του Οδυσσέα», και άλλα οχτώ ποιήματα μεταξύ των οποίων: «Πίστη», «Το μυστήριο», «Ιησούς».

Ο Αρτούρο Γκραφ αντιπροσωπεύεται με οχτώ ποιήματα: «Μαράθηκε», «Το κύκνειο άσμα», «Η σερενάτα του Σούμπερτ», «Σ’ εσέ», «Αρχαίο ρητό», «Καινούριο βάσανο», «Οι γερόσκληθροι», «Μέλισσα» και «Ο πειρασμός του Ιησού».

Η Άντα Νέγκρι είναι παρούσα με 14 μικρά ποιήματα ανάμεσα στα οποία χαρακτηριστικά της λυρικής ποίησής της είναι τα τιτλοφορούμενα: «Αδελφές», «Ελπίδα», «Χήρα», «Χωρίς ρυθμό», «Πόνος», «Απελπισία», «Το τραγούδι τ’ Απρίλη».

Ο Λορέντσο Στεκέττι με 45 ποιήματα, από τα οποία τα περισσότερα είναι σονέτα,  μεταξύ των οποίων οι Έλληνες αναγνώστες μπορούν να διαβάσουν τα: «Το άσμα του μίσους», «Το μυστήριο»,  «Εκεί ψηλά», «Για γάμο», «Θρησκεία» , «Αύριο», «Λάζαρος», «Νερίνα», κ. ά.

Άλλη μία ανθολογία με 157 σελίδες και με τίτλο Ιταλικά ποιήματα ετοιμάστηκε από τον Γεράσιμο

Σπαταλά. Πρόκειται για μια επιλογή περίφημων μεταφρασμένων ποιημάτων που αρχίζει, φυσικά, με τον  Δάντη, (Ε΄άσμα της Κόλασης της Θείας Κωμωδίας). Ακολουθούν τα δύο σονέτα για τη Βεατρίκη («Στα  μάτια η Δέσποινά μου Έρωτα φέρνει» και «Φαίνεται ευγενικιά κι έτσι σεμνή»). Ο Πετράρχης αντιπροσωπεύεται με την ωδή στον θάνατο της Λάουρα και με τέσσερα σονέτα, ο Αριόστο με  την ωδή στον Έρωτα, ο Μπουοναρρότι με ένα σονέτο, ο Τάσσο με μία ωδή ο Αλφιέρη με δύο  σονέτα, ο Μόντι με άλλο ένα και ο Φόσκολο με τρία σονέτα. Συμπεριλαμβάνονται ακόμα: ο Λεοπάρντι με τις «Αναμνήσεις», ο Καρντούτσι με έξι ποιήματα ανάμεσα στα οποία το περίφημο «Βόδι», ο Ντ’ Αννούντσιο με πέντε ποιήματα, ανάμεσα στα οποία εκείνο «Στον Τζιοζουέ Καρντούτσι» και «Στην Αίτνα».

Μου φαίνεται ότι χάρη στις δύο αυτές ανθολογίες και σε άλλη μία που έγινε από τον Μαρίνο Σιγούρο και δημοσιεύθηκε από το Ιταλικό Ινστιτούτο Αθηνών με τίτλο Ιταλοί ποιηταί, οι Έλληνες αναγνώστες μπορούσαν να έχουν μια αρκετά ευρεία γνώση των πιο σπουδαίων Ιταλών ποιητών. Ο Στέφανος Μαρτζώκης (1855-1913) έγραψε ποιήματα τόσο στα ελληνικά όσο και στα ιταλικά. Γεννημένος στη Ζάκυνθο από πατέρα Ιταλό και μεγαλωμένος με ιταλική κουλτούρα, ο ποιητής θυμίζει μερικές φορές στα ποιήματά του τον Λεοπάρντι τον Στεκέττι και τον Καρντούτσι.

Ελληνική ποίηση μεταφρασμένη στα Ιταλικά

Ας δούμε τώρα τι έγινε με την ελληνική ποίηση που μεταφράστηκε στα Ιταλικά. Η πρώτη σημαντική μετάφραση είναι εκείνη των δημοτικών μας τραγουδιών που  έκανε ο Νικολό Τομμαζέο το 1842.

Αργότερα, στις αρχές του 1900, βγήκε  η Χριστομάθεια του Ελιζέο Μπριγκέντι. Ακολούθησαν οι πολλές μεταφραστικές  εργασίες του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο Μπρούνο Λαβανίνι, που υπήρξε για πολλά χρόνια διευθυντή της «Κάζα ντ’ Ιτάλια» στην Αθήνα, τα ου καθηγητή στην Πάντοβα, Φιλίππο Μαρία Ποντάνι (γνωστού μεταφραστή του Καβάφη) και του καθηγητή Μάριο Βίττι.

Μία Ελληνίδα μελετήτρια είναι η Μαργαρίτα Δαλμάτη, που έγραψε ποιήματα στα Ιταλικά και μετέφρασε στα Ελληνικά αρκετά ιταλικά ποιήματα. Για τη Δαλμάτη ο διακεκριμένος Ιταλός ποιητής

Μάριο Λούτσι (υποψήφιος για το βραβείο Νομπέλ, που τον γνώρισα προσωπικά στην Κέρκυρα το 1980, στη διάρκεια Παγκόσμιου Συνεδρίου των Ποιητών)  είχε πολύ καλή γνώμη και θαύμαζε το έργο της.

Οι Έλληνες Νομπελίστες ποιητές Σεφέρης και Ελύτης ασφαλώς μεταφράστηκαν  στα Ιταλικά. Χάρη στην πρωτοβουλία του καθηγητή Ποντάνι, το Πανεπιστήμιο της Πάντοβα πραγματοποίησε δύο μνημειώδεις εκδόσεις: Φόρος τιμής στον Σεφέρη(1970) και Μνήμη Σεφέρη (1976). Επιλογή ποιημάτων του Ελύτη εκδόθηκε στη Ρώμη σε μετάφραση του Μάριο Βίττι με τίτλο Ποιήματα. Από το «Άσμα Ηρωικό» ο Βιτσέντσο Ρότολο, νεοελληνιστής στο  Πανεπιστήμιο του Παλέρμο, μετέφρασε συλλογή με τίτλους  21 Ποιήματα, Προσανατολισμοί και το Άξιον εστί του Ελύτη. Επίσης το περιοδικό L’Albero (Το Δέντρο) του ποιητή Τζιρόλαμο Κόμι δημοσίευσε εργασίες για τους νεοέλληνες ποιητές, και μεταξύ άλλων περιέλαβε τα παρακάτω κείμενα που μεταφράστηκαν από την

Πάολα Μ. Μινάτσι: Μ. Δαλμάτη: «Το πιο δύσκολο πράγμα στη ζωή του Δρ. Φ.» (τεύχος 1970, σ. 160-166), Μ. Αναγνωστάκης, «Ποιήματα», (1978), σ.147-154, Δ. Μαρωνίτης, «Ο εσωτερικός λυρισμός του Οδυσσέα  Ελύτη» (1980), σσ. 257-270, Ο. Ελύτης, «Ποιήματα» (1980), σ. 289-301.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Bruno Lavagnini, La letteratura neoellenica, Sansoni/Academia, Milano, 1969, σ. 72-73
  2. Thémis Siapkaras-Pitsilidès, Le petrarquism en Cypre, poèmes d’amour en dialecte cypriote. D’après un manuscript de XVI siècle, Athènes, 1952.
  3. Vito D. Palumbo, Αλφάβητος της Αγάπης, L’ Alfabeto del’Amore, Canti Rodii. Traduzione dal greco medievale con prefazione del professore A. De Gubernatis, Lipsia, W. Gerhard, 1882, σ. 9.
  4. Renata Lavagnini, «Le traduzioni italiane di testi neogreci anteriori al XIX secolo», Lingua e letteratura neogreca in Italia, Ministero Greco della Pubblica Istruzione e delle Religioni, Divisione Relazioni Internazionali per l’Istruzione, Centro di Lingua Greca, (Espolingua-Roma 6-8/12), Atene – Salonicco, 1997, p. 69.
  5. Η Ιερουσαλήμ ελευθερωμένη, ποίημα ηρωικόν του Τουρκουάτου Τάσσου μεταφρασθέν εκ της ιταλικής  εποποιίας εις την απλήν ελληνικήν διάλεκτον κατά στιχουργίαν μετά τινων υποσημειώσεων και καλλωπισθέν μεθ’ όλων των χαλκογραφιών του παρά Δημητρίου Γουζέλη Ζακυνθίου. Πρώτη έκδοσις. Εις Ενετίας, και τύποις Πάνου Θεοδοσίου του εξ Ιωαννίνων 1807. σσ. 24+476.
  6. Ε. Κριαράς, «Μελετήματα στον Ανδρέα Κάλβο», Γράμματα, Η΄ (1945), 194-208, id., Φιλολογικά μελετήματα, (Αθήνα, 1979).
  7. Caterina Carpinato, “Traduzioni italiane di opere greche nottocentesche”, Lingua e letteratura neogreca in Italia, σ..73.Giuliano Manacorda, Storia della letteratura italiana. Ottocento e novecento, Roma, 1995, σσ. 9-10.
  8. Σχετικά με το ίδιο θέμα, χρησιμότατες θεωρούνται οι παρακάτω μελέτες:
    Filippo Maria Pontani, “Fortuna neogreca di Dante”, Italograeca 3, (Roma, 1966), σ. 75, και “Ancora sulla fortuna greca di Dante”, Lettere italiane, 3 luglio-sept. 1974, σσ. 297-309.
    Βλ. ακόμα: Letterio Augliera, “In margine alla fortuna greca di Dante”, Università di Padova, Istituto di Studi Bizantini e neogreci, Quaderni, 6, Padova, 1972, σ.19.
    Giuseppe Spadaro, “Appunti sulla fortuna del Petrarca in Grecia”, Siculorum Gymnasium, 17 (1964), σσ. 203-221,
    Bruno Lavagnini, Alle fonti della Pisanella ovvero d’Annunzio e la Grecia moderna, Palermo, 1942,
    Filippo Maria Pontani, “In margine alla fortuna neogreca del Petrarca e del Tasso”, Lettere italiane, 20 (guglio-sept. 1968), σ. 351-365.
    Domenica Minniti-Γκώνα, «Οι ιταλικές μεταφράσεις νεοελληνικών έργων», Πόρφυρας, 101 (2001) 422-432.

* Ανακοίνωση που έγινε στην ιταλική γλώσσα στο συνέδριο για τον Ιταλό ποιητή Girolamo Comi, στο Πανεπιστήμιο του Lecce, στις 18-20 Oκτωβρίου 2001. Δημοσιεύθηκε στα Πρακτικά του συνεδρίου Atti del Convegno internazionale, Lecce – Tricase – Lucugnano, 18-20 ottobre 2001, σ. 61-72.